- Ἐρυθρᾶς
- ἘρυθραίSerapias cordigerafem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ερύθρας — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Γιος του Λεύκωνα και εγγονός του Αθάμαντα, ήταν επώνυμος των Ερυθρών (στη Βοιωτία). 2. Γιος του Ηρακλή. 3. Επώνυμος της Ερυθράς θάλασσας, που ενταφιάστηκε σε ψηλό λόφο, φυτεμένο με άγριους φοίνικες. Ο Ε. ήταν Πέρσης … Dictionary of Greek
ἐρυθρᾶς — ἐρυθρός red fem gen sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐρυθράς — Ἐρυθρά̱ς , Ἐρυθραί Serapias cordigera fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐρυθράς — ἐρυθρά̱ς , ἐρυθρός red fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Ἐρύθρας — Ἐρύθρᾱς , Ἐρύθρης masc acc pl (doric) Ἐρύθρᾱς , Ἐρύθρης masc nom sg (attic epic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
Ερυθραία — Επίσημη ονομασία: Κράτος της Ευθραίας Έκταση: 121.144 τ. χλμ Πληθυσμός: 4.298.269 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ασμάρα (395.000 κάτ. το 2001)Κράτος της δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Δ με το Σουδάν, στα Ν με την Αιθιοπία και το Τζιμπουτί (ΝΑ), ενώ στα… … Dictionary of Greek
Αιθιοπία — Κράτος της ανατολικής Αφρικής.Συνορεύει στα Β και στα Δ με το Σουδάν, στα Ν με την Κένυα, στα ΝΑ με τη Σομαλία και στα ΒΑ με το Τζιμπουτί και την Ερυθραία.Μετά την απόσπαση της Ερυθραίας (1993), η Α. (αιθιοπ. Γιατγιόπια Μανγκουίστ) δεν έχει πλέον … Dictionary of Greek
Rothes Meer — (Arabischer Meerbusen, bei den Arabern Bahr el Ahmar, in er Bibel Jam Suph, d.i. Schilfmeer), 1) (a. Geogr.), hieß im Alterthum Sinus arabicus od. Mare rubrum, auch Erythräisches Meer od. war eigentlich nur der westliche Theil desselben, indem… … Pierer's Universal-Lexikon
μέτρηση — (Ιατρ.). Ποσοτική ανίχνευση διαφόρων μεγεθών στον ανθρώπινο οργανισμό. Ενδεικτικά αναφέρονται οι εξής: 1)μ. της αγωγιμότητας των νεύρων. Πρόκειται για μέθοδο μ. της ταχύτητας, με την οποία μεταδίδονται οι ηλεκτρικές ώσεις κατά μήκος ενός νεύρου.… … Dictionary of Greek